Η ρευματοειδής αρθρίτιδα αποτελεί μια χρόνια πολυαρθρική αλλά και συστηματική αυτοάνοση νόσο, δηλαδή μια νόσο που οφείλεται στο γεγονός ότι το ανοσοποποιητικό σύστημα του οργανισμού, δηλαδή το σύστημα που έχει ζωτική σημασία για την άμυνα του οργανισμού απέναντι σε δυνητικά βλαπτικούς παράγοντες δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα στις ουσίες του ίδιου του σώματος και στις εξωγενείς ουσίες με αποτέλεσμα να στρέφεται εναντίον ιστών του ίδιου του οργανισμού. Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα κατά κύριο λόγο πλήττεται ο αρθρικός υμένας, δηλαδή μια μεμβράνη που καλύπτει το εσωτερικό του θυλάκου μιας άρθρωσης και η οποία είναι υπεύθυνη για την παραγωγή του αρθρικού υγρού. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει κατά κύριο λόγο τις λεγόμενες μικρές αρθρώσεις, όπως είναι οι αρθρώσεις μεταξύ των φαλάγγων των δακτύλων της άκρας χειρός και είναι συμμετρική στην προσβολή της, δηλαδή συνήθως προσβάλλονται με συμμετρικό τρόπο οι ίδιες αρθρώσεις και στις δύο πλευρές του σώματος. Μπορεί να προσβάλλει όλες τις ηλικίες αλλά η επίπτωσή της αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας και οι γυναίκες προσβάλλονται δύο φορές πιο συχνά σε σχέση με τους άνδρες. Η αιτία της πάθησης δεν είναι απολύτως γνωστή, φαίνεται ωστόσο ότι η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνισή της.
Τι είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα;
Πώς εκδηλώνεται η ρευματοειδής αρθρίτιδα;
Η έναρξη της νόσου συνήθως είναι ύπουλη και μη ειδική, με πρωινή δυσκαμψία και πόνο στα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς αυτοί να κάνουν λεπτές κινήσεις με τα δάκτυλα, όπως το να δέσουν τα κορδόνια των παπουτσιών τους, ειδικά το πρωί. Με την πάροδο του χρόνου και ειδικά εάν η νόσος δεν αντιμετωπιστεί, οι εμπλεκόμενες αρθρώσεις πρήζονται εξαιτίας της φλεγμονής, τα δάκτυλα των χεριών αδυνατίζουν και το υπερκείμενο δέρμα μπορεί να γίνει ερυθρό και θερμό. Στα τελικά στάδια η άρθρωση μπορεί να παραμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό με αποτέλεσμα να χάνει εντελώς τη λειτουργικότητά της ενώ συχνά προσβάλλονται και οι μυς, οι τένοντες και οι σύνδεσμοι γύρω από αυτήν. Πολλές φορές, επάνω από την πάσχουσα άρθρωση εμφανίζονται μαλακά οζίδια, που ονομάζονται ρευματικά οζίδια. Σε ορισμένους ασθενείς είναι δυνατό να μην προσβάλλονται μόνο οι αρθρώσεις αλλά και άλλα σημεία του σώματος με ποικίλες εκδηλώσεις από το νευρικό, γαστρεντερικό, αναπνευστικό, καρδιαγγειακό και ουροποιητικό σύστημα αλλά και από τους οφθαλμούς.
Οι ασθενείς αυτοί βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για κάποια επιπλοκή που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή τους σε σχέση με εκείνους με μόνο αρθρική προσβολή.
Πώς γίνεται η διάγνωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας;
Η διάγνωση συνήθως τίθεται από την κλινική εικόνα του ασθενούς σε συνδυασμό με το ιστορικό του, καθώς δεν υπάρχουν ειδικά ευρήματα είτε στις απλές ακτινογραφίες, είτε σε ιστολογική εξέταση υλικού που λαμβάνεται από τον αρθρικό υμένα ή το αρθρικό υγρό. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις, ο λεγόμενος ρευματοειδής παράγων, ο οποίος προσδιορίζεται από μια απλή εξέταση αίματος μπορεί να βρεθεί αυξημένος. Επίσης, ανάλογα με το βαθμό της φλεγμονής, άλλα στοιχεία που μπορεί να βρεθούν από εξετάσεις αίματος είναι η αύξηση της CRP και της TKE, αναιμία, αύξηση του αριθμού των αιμοπεταλίων ή των ηωσινοφίλων.
Ποια είναι η θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας;
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σημαντική πρόοδος στον τομέα της αντιμετώπισης της φλεγμονής, του ελέγχου του πόνου και των συμπτωμάτων της νόσου. Εκτός από τα παραδοσιακά χρησιμοποιούμενα τροποποιητικά της νόσου αντιρρευματικά φάρμακα, όπως η μεθοτρεξάτη αλλά και τα κορτικοστεροειδή και λοιπά αναλγητικά, τα τελευταία χρόνια οι λεγόμενοι βιολογικοί παράγοντες έχουν προστεθεί στη φαρέτρα της φαρμακευτικής αντιμετώπισης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, οι οποίοι φαίνεται ότι μπορούν σε μεγάλο βαθμό να καθυστερήσουν την καταστροφή των αρθρώσεων και την εμφάνιση αναπηρίας. Εφόσον η φαρμακευτική αγωγή δεν είναι αρκετή για τον έλεγχο του πόνου, η ενδοαρθρική έγχυση κορτικοστεροειδών και αναλγητικών μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική. Σε περιπτώσεις με ιδιαίτερα περιορισμένη λειτουργικότητα και κίνηση της άρθρωσης, ο φλεγμαίνων αρθρικός θύλακος μπορεί και να αφαιρεθεί χειρουργικά ή και να αντικατασταθεί ολόκληρη η άρθρωση μέσω της αρθροπλαστικής. Ωστόσο, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας οποιασδήποτε μεθόδου διαπιστώνονται σε ασθενείς που παρακολουθούνται ανά τακτικά χρονικά διαστήματα ούτως ώστε να ελέγχεται η εξέλιξη της πάθησης και να γίνονται οι απαραίτητες θεραπευτικές τροποποιήσεις. Εξάλλου, με την πρόοδο της τεχνολογίας έχουν γίνει διαθέσιμη στο ευρύ κοινό μια ευρεία γκάμα προϊόντων ειδικά σχεδιασμένων για τη διευκόλυνση των πασχόντων στην καθημερινότητά τους, όπως ειδικά κατασκευασμένα παπούτσια ή νάρθηκες για την ακινητοποίηση των αρθρώσεων και καλύτερο έλεγχο του πόνου.